Σάββατο 24 Μαΐου 2014

Η ΠΑΡΕΑ ΜΑΣ (Απ τις παιδικές αναμνήσεις) .... Γιώργος Μπελεσιώτης.





Η ΠΑΡΕΑ ΜΑΣ (Απ τις παιδικές αναμνήσεις)

Η παρέα μας ήταν μεγάλη,, και ανάλογα με την εποχή, άλλαζαν τα χούγια και τα παιχνίδια μας...
Ο Γιώργος ο Φερεντίνος, είχε ειδικότητα στα κουρνόπουλα, και προσπαθούσε να τα κάνει να μιλήσουν, σαν τους παπαγάλους.
Τα τάϊζε σκάμνα, καθισμένος κάτω απ τη σκαμιά της αυλής του σπιτιού του,,, και τάχε ονοματίσει όλα... Μαζευόμασταν και μεις από πάνω του και με αμφιβολία, περιμέναμε να δούμε το θαύμα.
Ο Παντελής ο Φραγκογιός, μάζευε βουταλίδια...
Τάδενε με ένα σπάγκο απ το ποδάρι κι όταν ξέφευγε κανένα, άιντε να το ματαπιάσεις.
Είμασταν μαζεμένα θυμάμαι, καμιά δεκαριά μικρά, στη μεγάλη ισκιάδα της καρυδιάς -έξω απ το ιερό των Αγιαποστόλων- όταν ζήτησα και εγώ να κρατήσω το βουταλίδι, που είχε στα χέρια του ο Παντελής και το χάιδευε.
Πονηρός καθώς ήταν, μου τόδωσε με το κεφάλι πίσω και πριν καλά καλά προλάβω να το χουφτώσω, μου τράβηξε μια τσιμπιά, πούκανε τρυπάρα στο χέρι μου.
Μούφυγε φτερουγίζοντας και περπατώντας συγχρόνως,,, πήρε την κατηφόρα για τη θάλασσα, σέρνοντας πέντε μετρά σπάγκο πίσω του..
Τρέξαμε όλα μαζί τα μικρά ξοπίσω του να το προλάβουμε,,, και δω τόχαμε... και εκεί τόχαμε... κι όλο μας ξέφευγε...
Πέρασε φτερουγίζοντας το σπίτι του Μπόκου και στη διασταύρωση που πάμε για τον Αι-Δημήτρη, κοντοστάθηκε...
Εκεί, λίγο και θα το πιάναμε,,,Είδε όμως το μπουχό δέκα μέτρα πάνω,,, και μεις ένα κουβάρι να ορμάμε καταπάνω του,,, και λαχτάρησε..
Πήρα τότε την κατηφόρα, για τα Χελαίικα... και μπρος αυτό και πίσω εμείς, το πηγαίναμε από κοντά, χέρ – ποδάρ,,,
Εκεί όμως, μπροστά στο καλύβι του Γιωργαλή, στη μέση του δρόμου, μας έτυχε μια γιαγιά...
Περάσαμε αλαλιάζοντας μπροστά της κοπαδιαστά,,, και χωρίς να τη μαλάξει κανένα μας, θες απ τον αέρα, θες απ το μπουχό που μας ακολουθούσε, η γιαγιά μπάταρε..
Δε δώσαμε σημασία, γιατί το βουταλίδι ήταν μπροστά μας,,, και στα εκατό μέτρα ήταν η θάλασσα...
Βούτηξε στα νερά,,, και σα βουταλίδι που ήτανε,,, πάει..
Δε το ματάδαμε...Μας άφησε γεια.
Θύμωσε ο Παντελής μαζί μου, πως άφησα το βουταλίδι κι έφυγε, αλλά του υποσχέθηκα, πως την άλλη μέρα, θα πήγαινα μαζί του στο βάλτο -που ήτανε πίσω απ το κάστρο- και θα τον βόηθαγα, να βρούμε φωλιές και να πιάσουμε, νεροκουκουτσέλες.

ΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΜΑΣ

Οι κουρούνες τότε, κυριαρχούσαν παντού στη Βόνιτσα.
Χιλιάδες κούρνιαζαν στα σπίτια, στα δέντρα, στο κάστρο και όπου μπορεί να βάλει, ανθρώπινος νους.
Σαν έπεφτε το σούρουπο, μαύριζε ο πλάτανος του Μέντα, που ήτανε στην πλατεία...
Εκεί δίνανε το ραντεβού τους χιλιάδες κουρούνες, για ν ανταλλάξουνε νέα και απόψεις, και μετα αλάλιαζαν όλες μαζί χωρίς σταματημό, μέχρι να πέσει το βράδυ. Έψαχναν λέει, μεταξύ τους ,,, να βρουν ποιανής το κουρνόπουλο, είναι το ομορφότερο....
Μετά, έπεφτε το σκοτάδι και πλάκωναν οι αλπές και τα τσακάλια, που ρήμαζαν τα κοτέτσα. Όλη τη νύχτα, ούρλιαζαν στις αυλές μας και στο τέλος τις επικήρυξαν, 5 δρχ. η κουρούνα με τα κουρνόπουλα, 16 οι αλπές, και 30 τα τσακάλια...
Ήταν η εποχή της δικής μας χαράς,,, γιατί αποκτήσαμε και μεις ένα μικρό εισόδημα και γλείψαμε και κάνα μαντζούνι.
Ένα ακόμη εισόδημα, είχαμε κι απ τις προκηρύξεις, που ρίχνανε τα αεροπλάνα, Εγγλέζικα η Γερμανικά.
Τις μαζεύαμε απ' τους δρόμους και τα κήπια και τις δύναμαι στο μπακάλη μας, το Θανάση ή το Μήτσο το Μασούρα και τύλιγαν σ αυτές, ρέγκες, σαρδέλες αρμυρές και άλλα εδώδιμα, της κατοχικής εποχής,,, με αμοιβή μας, κάνα λουκούμι.
Μία μέρα θυμάμαι, πέρασε πολύ χαμηλά ένα αεροπλάνο, όταν το δέμα που κρατούσε ο επιβάτης του,,, -που μας χάζευε καθώς του φωνάζαμε όλα μαζί-,,, τούφυγε απ τα χέρια...
Ολόκληρος θησαυρός για μας... Αρχίσαμε να τρέχουμε όλα μαζί προς το δέμα που έπεφτε, φωνάζοντας < πεφτ- πεφτ- πεφτ > και στο τέλος έσκασε επάνω στο μεσοδόκαρο, του ποιο φτωχικού σπιτιού, της Βόνιτσας.
Τρομάξαμε να βγάλουμε κάτασπρο τον Φάνη τον Πασπαλιάρη, μες απ τα σάπια ψευτοδόκαρα και τα σπασμένα κεραμίδια.
Του ήρθε ο ουρανός κολοκύθι, που λέμε.
Ήτανε ξαπλωμένος στα στρωσίδια του ως συνήθως,,, και χουζούρευε και κείνο το μεσημέρι,,, όταν τούρθε το πακέτο κατακέφαλα,,, και χωρίς να το περιμένει.

www.giorgosbelesiotis.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου